Δευτέρα 30 Ιουλίου 2012

But I will soon forget the colour of your eyes and you'll forget mine.


Μπήκε μέσα μια μέρα, κοπάνησε την πόρτα, πέταξε την τσάντα και τα κλειδιά και άρχισε να φωνάζει χωρίς να καταλαβαίνω το λόγο.

«Νόμιζες ότι δε θα σε δει κανείς; Ότι ήσουν διακριτικός; Ή ότι είμαι ηλίθια;
Σε ρώτησα που θα πας και μου απάντησες με τα παιδιά.
Αν θες να βγαίνεις με άλλες, δεν έχεις να κάνεις κάτι το τρομερό: απλά να μου το πεις.
Τι φοβάσαι; Από σένα νομίζεις θα πληγωθώ εγώ; Εσένα περίμενα;»

«Κουράστηκα ρε. Κουράστηκα. Τι νόμιζες εσύ ακριβώς; Ότι θα κάτσω εδώ να περιμένω πότε θα δεχθείς να ανοιχτείς, να εμπιστευτείς και να αποφασίσεις να ερωτευτείς ή να φύγεις;
Γιατί μονίμως σε ακούω να μιλάς για ανύπαρκτους έρωτες και για πληγωμένες καρδιές και για μάτια που ξέχασαν το ένα το χρώμα του άλλου μα πάντα μένεις κολλημένη στο ίδιο σημείο. Στα ίδια μάτια.
Και δεν  ξέρω ποια μάτια είναι αυτά που σε στοιχειώνουν. 
Είναι τα δικά μου; Είναι του περαστικού που κοίταξες χθες;
Είναι εκείνου για τον οποίο όλο γράφεις και ξαναγράφεις χωρίς τελειωμό;
Εκείνου που σε τσαλάκωσε και τώρα βγάζεις το άχτι σου πάνω μου, πάνω σου, πάνω σε όλα τα πράγματα που υπάρχουν γύρω σου;
Προσπαθώ τόσο πολύ, τόσο καιρό που έχω χάσει τις ώρες και τις μέρες.
Προσπαθώ να σε φτιάξω. Να σε κάνω καλά. Υγιή ψυχολογικά.
Προσπαθώ μα κουράστηκα.
Αλλάξαμε, δεν κοιταζόμαστε στα μάτια πια

«Θυσία έγινες πάλι ρε άνθρωπε.
Σου ζήτησε κανείς;
Τι τι;
Σου ζήτησε κανείς να μπεις στη ζωή μου, να μείνεις και να την αλλάξεις;
Εγώ από την πρώτη μέρα σε έδιωχνα και εσύ συνέχιζες να μένεις εδώ.
Ας μην αναλύσουμε λοιπόν το ποιος είναι ο θύτης και ποιος η λεία.
Και στο τέλος τέλος,  δε ζήτησα από κανένα να μου μπαλώσει τη ψυχή.
Έτσι μου αρέσει. Τσαλακωμένη. Τρύπια.»

2 σχόλια: