«Τραύματα απ΄τα ντράβαλα που τράβαγα όσο μεγάλωνα
γάμαγα ό,τι αγάπαγα γιατί πάντα αγάπαγα γάμα τα.
Και κλάμματα μέσα σε κλάσματα ώσπου κατάλαβα ότι
τα πράγματα αλλάζουνε κι όχι οι άνθρωποι, ρε μάγκα.»
Και...ΚΑΤ.Αυλαία.
Κλείσε τα φώτα, τέλος.
Σε βλέπω να κάθεσαι με τα χέρια ανοιχτά σαν το μαλάκα
και να περιμένεις να σε πάρω αγκαλιά.
Εγώ να σε κοιτάω με απάθεια και συ να μην έχεις πάρει πρέφα.
Δε στα πανε;
Κανείς δεν είναι σιγουρεμένος σήμερα,ρε.
Και μου τα πανε:
Κανένας λόγος να γίνεσαι κομμάτια γι' ανθρώπους που όταν σου μιλάν δε σε κοιτάν στα μάτια.
Δεν στα πανε, λοιπόν.
Και δεν σε πήρα αγκαλιά. Απλά γύρισα και έφυγα.
Και συ καθόσουνα εκεί.
Γιατί καθοσουνα εκεί;
Μα, στ' αλήθεια, τι περίμενες;
Έλα, τέλος.
Κλείστε τα φώτα.
Κανένας δεν είναι πια σιγουρεμένος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου